Στον οικισμό της Κάτω Παναγιάς και 2,5χλμ. από την Κυλλήνη σε υψόμετρο 80 μέτρων βρίσκεται το ιστορικό γυναικείο μοναστήρι της Παναγίας της Βλαχέρνας, το οποίο πήρε το όνομα του από την ονομαστή Παναγία των Βλαχερνών της Κωνσταντινούπολης. Η μονή είναι πολύ παλιά με μεγάλη ιστορική παράδοση. Το 1978 στον χώρο της μονής δημιουργήθηκε γηροκομείο και οίκος ευγηρίας για τις άπορες και υπερήλικες γυναίκες της περιοχής.
Η μονή ιδρύθηκε μάλλον πριν τον 9ο αιώνα. Το καθολικό της είναι αφιερωμένο στο Γενέσιο της Υπεραγίας Θεοτόκου και εορτάζει στις 8 Σεπτεμβρίου όπου γίνεται μεγάλο πανηγύρι. Το καθολικό τη μονής χαρακτηρίζεται ως ένα από τα ωραιότερα του 13ου αιώνα. Τα γλυπτά μάρμαρα που έχουν ενσωματωθεί σε αυτό προέρχονται από παλαιότερο παλαιοχριστιανικό ναό ο οποίος καταστράφηκε από μεγάλο σεισμό. Επίσης, διαθέτει θαυμάσιες τοιχογραφίες, οι περισσότερες χρονολογούνται στα μέσα του 18ου αιώνα.
Από το 1204-1460 κατά την περίοδο της πρώτης Φραγκοκρατίας το μοναστήρι πέρασε στα χέρια δυτικών μοναχών του πριγκιπάτου της Αχαΐας. Μετά την ανακατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως από τον Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγο το 1261, τα περισσότερα ορθόδοξα μοναστήρια δόθηκαν από τους Λατίνους στους Ορθόδοξους, εκτός από τη μονή Βλαχέρνας. Τον 15ο και 16ο αιώνα την κατείχαν οι Λατίνοι μοναχοί του μοναστικού τάγματος των Φρεμενούρων, οι οποίοι είχαν και ναό του Αγ. Φραγκίσκου στην Κυλλήνη. Οι Έλληνες την ξαναπήραν το 1628 ερειπωμένη και εγκαταλελειμμένη με αρκετές ζημιές. Το1826 πυρπολήθηκε από τα στρατεύματα του Ιμπραήμ, η μονή ερημώθηκε και οι περισσότεροι μοναχοί σφαγιάστηκαν, οι υπόλοιποι αιχμαλωτίστηκαν και το μόνο που διασώθηκε ήταν το καθολικό της μονής, το οποίο βρίσκεται στο κέντρο της αυλής.
Η μονή είναι τρίκλητη βασιλική, ξυλόστεγη, χωρίς τρούλο. Έχει σχήμα επιμήκους ορθογωνίου και διαιρείται σε εξωνάρθηκα, εσωνάρθηκα ή πρόναο και κυρίως ναό. Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, που από το 1969 εκτελούν εργασίες συντήρησης και επισκευής του ναού, το παλαιότερο ανατολικό τμήμα του είναι σε βυζαντινό ρυθμό, ενώ το νεότερο, το δυτικό, σε ρωμανικό. Όταν οι Φράγκοι κατέλαβαν τη μονή τροποποίησαν το σχέδιο του ναού και τον αποπεράτωσαν με την προσθήκη του δεύτερου ορόφου του πρόναου και του εξωνάρθηκα. Στον νοτιοανατολικό τοίχο του εξωνάρθηκα ενσωμάτωσαν και το κατακόρυφο ηλιακό ρολόι της μονής.
Το βυζαντινό τμήμα του ναού έχει κτιστεί με κανονικούς ορθογώνιους κοκκινωπούς πωρόλιθους, οι οποίοι περιβάλλονται από όλες τις πλευρές με διπλή σειρά οπτολίθων. Στον εσωνάρθηκα υπάρχει δίλοβο παράθυρο που στηρίζεται σε μαρμάρινη βάση, η οποία φέρει βυζαντινές και φράγκικες διακοσμητικές μορφές. Κάτω από το παράθυρο υπάρχει μαρμάρινη λευκή πλάκα με ανάγλυφα σχήματα στο κάτω μέρος ενώ το πάνω μέρος της διαιρείται δια των τόξων σε τρία τμήματα, στο καθένα από τα οποία παρίσταται σταυρός. Επίσης εικονίζονται ρόδακες, φύλλα δέντρου και ιχθύες. Οι αρχαιολόγοι θεωρούν ότι προέρχονται από την παλαιοχριστιανική εποχή. Πάνω από το παράθυρο υπάρχουν στο αέτωμα δύο εντοιχισμένα ανάγλυφα· ένας σταυρός με ρόδακες και μεγάλα φύλλα στις γωνίες και από πάνω του ένα αγγείο από το οποίο εκπηδούν ελικοειδείς περικοκλάδες με φύλλα αμπέλου και σταφύλια, τα οποία επίσης χρονολογούνται από την παλαιοχριστιανική περίοδο. Ο εξωνάρθηκας έχει διαστάσεις 11 μέτρα και πλάτος 3 μέτρα. Πάνω από το παράθυρο υπάρχει το ηλιακό ρολόι που θυμίζει το μισό ενός λουλουδιού με 25 πέταλα και διαστάσεις 80Χ30εκ.
Σήμερα στη μονή υπάρχει βιβλιοθήκη όπου διατηρούνται αυθεντικά πατριαρχικά σιγίλια, χειρόγραφα, έντυπα βιβλία, ευαγγέλια, λειψανοθήκες, κώδικες, εκκλησιαστικά σκεύη, κ.α.
Πηγή: Ιερά Μητρόπολης Ηλείας
Ορλάνδος, 1924 Α. Βλαχέρναι της Ηλείας
Ορλάνδος, 1927, Μοναστηριακή αρχιτεκτονικής Α. και Β. Έκδοση 1958